Θεραπευτική σχέση: Μια σχέση απαραίτητη για την πορεία της θεραπείας

By October 1, 2018Uncategorized

θεραπευτική σχεση

Είναι γενικά παραδεκτό πως δε νοείται θεραπεία χωρίς την ύπαρξη μιας σχέσης. Μιας σχέσης ‘ζωής’ ανάμεσα στον θεραπευτή[1] και τον θεραπευόμενο[2] που οφείλει να πληροί τις απαραίτητες προδιαγραφές για να χαρακτηριστεί θεραπευτική. Η θεραπευτική σχέση[3] αποτελεί το σημαντικότερο συστατικό κάθε θεραπευτικής διαδικασίας. Η σημασία της έχει υπογραμμιστεί από τον πατέρα της ψυχανάλυσης, Sigmund Freud, το 1912, ο οποίος την ανήγαγε σε μια φιλική έκφραση στοργής και κατανόησης προς το πρόσωπο του θεραπευόμενου. Η αξία της θα μπορούσε να συνοψιστεί σε τρεις παράγοντες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν μελετητές της επιστήμης της ψυχολογίας: στον δεσμό που αναπτύσσεται ανάμεσα στα δύο άτομα, στους στόχους που τίθενται από κοινού και στις θεραπευτικές δραστηριότητες που θα οδηγήσουν στην υλοποίηση των στόχων. Η βιβλιογραφία, παράλληλα, αναφέρει πως η προσωπικότητα του θεραπευτή, τα προβλήματα/αιτήματα του θεραπευόμενου, και κυρίως η φύση της εκάστοτε διαταραχής, ‘ευθύνονται’ για την ύπαρξη, ή μη, της θεραπευτικής σχέσης αλλά και την ποιότητά της.

Ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την εγκαθίδρυση μιας αποτελεσματικής θεραπευτικής σχέσης θεωρούνται η ενσυναίσθηση και η κατανόηση του θεραπευόμενου, ο σεβασμός και η αποδοχή της μοναδικότητας του, καθώς και το ‘συναισθηματικό δέσιμο’ που φανερώνει εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του θεραπευτή. Ποικίλες έρευνες αναφέρουν πως οι παραπάνω προϋποθέσεις συνδυαστικά με την αρμονική συνεργασία, την ενεργό συμμετοχή, την ποιοτική επικοινωνία και γενικά τη συνολική πορεία της θεραπείας, εξασφαλίζουν τα μέγιστα αποτελέσματα ως προς την ανακούφιση του θεραπευόμενου και την επίτευξη των στόχων της θεραπείας. Ως επιπρόσθετα συστατικά της θεραπευτικής σχέσης ορίζονται η συμφωνία για τα καθήκοντα και η ανάπτυξη μιας αμοιβαίας προσωπικής δέσμευσης.

Ειδικοί του χώρου επισημαίνουν τρία είδη ‘αναλγητικών’: την προστασία της αυτοεκτίμησης και της τραυματισμένης εικόνας του θεραπευόμενου, τον βαθμό κατανόησης και αποδοχής της αλήθειας του ίδιου του θεραπευόμενου, και τέλος, την προσφορά μιας ελπιδοφόρας προοπτικής. Σαφέστατα, λοιπόν, υποστηρίζεται πως όταν ανάμεσα στον θεραπευτή και τον θεραπευόμενο αναπτύσσεται μια καλή θεραπευτική συμμαχία, η έκβαση της θεραπείας και τα αποτελέσματά της μόνο θετικά μπορεί να είναι, δεδομένου ότι η ίδια η σχέση σηματοδοτεί τον τρόπο με τον οποίο (συ)σχετίζονται ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος ώστε ο τελευταίος να επωφεληθεί των αποτελεσμάτων της.

Δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μια στατική διεργασία, η θεραπευτική σχέση διακρίνεται σε δύο τύπους: τη ‘‘συμμαχία τύπου 1’’, όπου ενυπάρχουν τα θετικά συναισθήματα που εισπράττει ο θεραπευόμενος και τη ‘‘συμμαχία τύπου 2’’, η όποια που στηρίζεται στην αμοιβαία δέσμευση, με απώτερο πάντα σκοπό το αίσθημα της  συνεχούς βελτίωσης του θεραπευόμενου. Γίνεται, επομένως, σαφές πως η θεραπευτική σχέση, οφείλει να εμπεριέχει εμπιστευτικότητα, εξηγήσεις, μέθοδο, ελπίδα, αποφόρτιση, τόνωση της αυτοεικόνας και της αυτοεκτίμησης του θεραπευόμενου, εξασφαλίζοντας την επιτυχία.

Κλείνοντας, θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει τη θεραπευτική συμμαχία με τη χειρουργική αναισθησία. Το άτομο υποβάλλεται σε ‘αναισθησία’, δείχνοντας εμπιστοσύνη στον γιατρό. Αντίστοιχα, για τη θεραπεία του θεραπευόμενου απαιτείται η εδραίωση μιας θεραπευτικής σχέσης, μιας σχέσης εμπιστοσύνης προς τον θεραπευτή που όχι μόνο εδραιώνεται λόγω του επαγγελματικού απορρήτου που τον διακρίνει, αλλά κυρίως γιατί τα θεμέλιά της βασίζονται στο ανιδιοτελές ενδιαφέρον και νοιάξιμο που ο τελευταίος εκφράζει απέναντι στο πρόσωπο του θεραπευόμενου που σταδιακά… αποκαλύπτει… και αποκαλύπτεται. Η εξέλιξη της θεραπείας και η ικανοποίηση των αναγκών του θεραπευόμενου, δυνητικά καθορίζουν και την αποπεράτωση της θεραπευτικής σχέσης.

[1] Με τον όρο θεραπευτής θα εννοείται εφεξής και ο όρος θεραπεύτρια.

[2] Με τον όρο θεραπευόμενος θα εννοείται εφεξής και ο όρος θεραπευόμενη.

[3] Αν και ορισμένοι τείνουν να διαχωρίζουν τον όρο θεραπευτική σχέση από τον όρο θεραπευτική συμμαχία, στο παρόν κείμενο θα θεωρηθεί παρόμοιος, για λόγους συντομίας του άρθρου, και όχι ταυτόσημος.

Κατερίνα Λεβάκη,

Ψυχολόγος

Ειδίκευση στη Γνωσιακή – Συμπεριφοριστική Θεραπεία

Διδάκτωρ Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης

Leave a Reply